DSpace Collection:https://hdl.handle.net/123456789/522024-03-18T10:40:21Z2024-03-18T10:40:21ZΔιερεύνηση της αντιμικροβιακής δράσης του εκχυλίσματος γλυκόριζας έναντι τροφιμογενών παθογόνωνΜηλιώτου, Χριστοφόραhttps://hdl.handle.net/20.500.14279/307052024-01-19T06:26:31Z2023-05-01T00:00:00ZTitle: Διερεύνηση της αντιμικροβιακής δράσης του εκχυλίσματος γλυκόριζας έναντι τροφιμογενών παθογόνων
Authors: Μηλιώτου, Χριστοφόρα
Abstract: Από τα αρχαία χρόνια υπήρχε στην καθημερινότητα των ανθρώπων η χρήση των φυτών για την αντιμετώπιση διαφόρων ασθενειών που μπορεί να προκαλούνται από ποικίλα παθογόνα. Τα εκχυλίσματα από διαφορετικά μέρη του φυτού είναι δυνατόν να εμφανίζουν πολλές ευεργετικές επιδράσεις στην ανθρώπινη υγεία, όπως η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος. Ειδικότερα, τα φυτά μπορούν να χαρακτηριστούν από ισχυρές φαρμακευτικές ιδιότητες αναλόγως των συστατικών τους. Μια από τις σημαντικότερες ιδιότητες των φυτικών εκχυλισμάτων είναι η αντιμικροβιακή τους δράση έναντι τροφιμογενών παθογόνων μικροοργανισμών.
Στην παρούσα διπλωματική εργασία μελετήθηκε η αντιμικροβιακή δράση του εκχυλίσματος σκόνης Glycyrrhiza glabra, που είναι παραπροϊόν της βιομηχανικής επεξεργασίας γλυκόριζας, έναντι των τροφιμογενών βακτηριακών παθογόνων: Listeria monocytogenes ATCC 23074, Escherichia coli ATCC 11775, Bacillus cereus ATCC 6089, Staphylococcus aureus ATCC 6538. Ο απώτερος στόχος ήταν η διερεύνηση της διάρκειας που απαιτείται για τη θανάτωση ή τη μείωση της ανάπτυξης των υπό μελέτη μικροοργανισμών κάτω από τη δράση διαφορετικών συγκεντρώσεων γλυκόριζας. Για να επιτευχθεί αυτό πραγματοποιήθηκε Time-kill assay για το κάθε βακτήριο, ενώ ταυτόχρονα έγιναν διαδοχικές αραιώσεις της κάθε μικροβιακής καλλιέργειας. Για την διεκπεραίωση των μικροβιολογικών αναλύσεων χρησιμοποιήθηκε το θρεπτικό υπόστρωμα Mueller Hinton και για να γίνει κατορθωτή η καταμέτρηση των αποικιών ακολουθήθηκε η μέθοδος Miles and Misra. Επίσης, το εκχύλισμα σκόνης γλυκόριζας ήταν διαλυμένο σε αιθανόλη. Στην κάθε μεταχείριση με τη διαφορετική συγκέντρωση γλυκόριζας υπήρχε και η αντίστοιχη συγκέντρωση αιθανόλης, η οποία αποτέλεσε τον θετικό μάρτυρα του πειράματος. Όπως αποδείχθηκε η αιθανόλη δεν επηρέασε την ανάπτυξη των υπό μελέτη βακτηρίων. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής καταδεικνύουν ότι με τη δράση του εκχυλίσματος σκόνης Glycyrrhiza glabra μειώνεται η ανάπτυξη ή προκαλείται η θανάτωση μόνο των Gram θετικών βακτηρίων Listeria monocytogenes ATCC 23074, Bacillus cereus ATCC 6089, Staphylococcus aureus ATCC 6538, ενώ δεν επηρεάζεται η ανάπτυξη του Gram αρνητικού Escherichia coli ATCC 11775. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι, η ανάπτυξη του κάθε Gram θετικού βακτηρίου από αυτά σε συνάρτηση με τον χρόνο επηρεάζεται διαφορετικά, με τη δράση της γλυκόριζας, αναλόγως της φυσιολογίας του.
Description: Since ancient times, the use of plants to treat various diseases that may be caused by various pathogens has existed in people's daily lives. Extracts from different parts of the plant may exhibit many beneficial effects on human health, such as strengthening the immune system. Particularly, plants can be characterized by strong medicinal properties depending on their components. One of the most important properties of plant extracts is their antimicrobial activity against foodborne pathogens.
In this thesis, the antimicrobial activity of Glycyrrhiza glabra powder extract, which is a by-product of the industrial processing of licorice, was studied against foodborne bacterial pathogens: Listeria monocytogenes ATCC 23074, Escherichia coli ATCC 11775, Bacillus cereus ATCC 6089, Staphylococcus aureus ATCC 6538. The ultimate aim was to investigate the duration required to kill or reduce the growth of the microorganisms under study under the influence of different licorice concentrations. To achieve this goal, a Time-kill assay was used for each bacterium, while at the same time successive dilutions of each microbial culture were made. The Mueller Hinton nutrient medium was used to carry out the microbiological analyses, and the Miles and Misra method was used to perform the colony count. Also, licorice powder extract was dissolved in ethanol. In each treatment with the different concentration of licorice there was also the corresponding concentration of ethanol, which was the positive control of the experiment. As it turned out, ethanol did not affect the growth of the bacteria under study. Furthermore, the results of this thesis demonstrate that the action of Glycyrrhiza glabra powder extract reduces the growth or causes the killing of only the Gram-positive bacteria Listeria monocytogenes ATCC 23074, Bacillus cereus ATCC 6089, Staphylococcus aureus ATCC 6538, while the growth of Gram-negative Escherichia coli ATCC 11775 is not affected. It is noteworthy that the growth of each Gram-positive bacterium is affected differently over time by the action of licorice, depending on its physiology.2023-05-01T00:00:00ZΓενετική Ανάλυση Μικροδορυφόρων Εγχώριου Βοοειδούς της ΚύπρουΜιχαήλ, Σωτηρούλλαhttps://hdl.handle.net/20.500.14279/307042024-01-18T19:47:10Z2023-05-01T00:00:00ZTitle: Γενετική Ανάλυση Μικροδορυφόρων Εγχώριου Βοοειδούς της Κύπρου
Authors: Μιχαήλ, Σωτηρούλλα
Abstract: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η γενετική ανάλυση του εγχώριου βοοειδούς της Κύπρου με τη χρήση μικροδορυφόρων. Συγκεκριμένα διερευνήθηκαν 18 γενετικοί τόποι (TGLA227, BM2113, TGLA53, ETH10, SPS115, SPS113, RM067, TGLA126, TGLA122, INRA023, BM1818, CSRM60, MGTG4B, CSSM66, ILST006, ETH3, ETH225 και BM1824) οι οποίοι αφού ενισχύθηκαν με τη μέθοδο της Αλυσιδωτής Αντίδρασης Πολυμεράσης (PCR) γονοτυπήθηκαν στο Γενετικό Αναλυτή ABI PRISM 310 Genetic Analyzer προκειμένου να υπολογιστούν τα μεγέθη των αλληλομόρφων ανά γενετικό τόπο, τα οποία διαπιστώθηκαν με τη χρήση αυτόματου γενετικού αναλυτή (SeqStudio, Applied Biosystems) και του προγράμματος GeneMapper™. Ακολούθως, έγινε προκαταρτική σύγκριση της παραλλακτικότητας που υπάρχει σήμερα εντός της φυλής προκειμένου να μελετηθεί μελλοντικά ο ρόλος της στη διαμόρφωση των τοπικών οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας. Έπειτα, συντελέστηκε προκαταρτική σύγκριση ανάμεσα σε αυτή και στις εμπορικά βελτιωμένες φυλές που εκτρέφονται στο νησί. Παράλληλα, μελετήθηκαν άλλες σπάνιες αυτόχθονες φυλές που συναντώνται στη Μεσόγειο και έγινε προσπάθεια να αποσαφηνιστεί η μοναδικότητα της κάθε μιας από αυτές και να υπογραμμιστεί η σημασία διαφύλαξης και διάσωσής τους.
Συνολικά, τα προκαταρτικά πειράματα που διεξάχθηκαν στη παρούσα εργασία δείχνουν ότι το Εγχώριο Βοοειδές της Κύπρου εμφανίζει παρόμοια ή μεγαλύτερη παραλλακτικότητα εντός τους πληθυσμού συγκριτικά με την εμπορικά βελτιωμένη φυλή Holstein Friesian και παράλληλα παρατηρήθηκαν αρκετά κοινά αλληλόμορφα ανάμεσα στις δύο φυλές. Τα πρωτόκολλα που αναπτύχθηκαν και η απολυπλεξία των αλληλομόρφων θα αξιοποιηθούν περαιτέρω σε μελέτες με δειγματοληψία από το 10% του πληθυσμού ώστε να αποδειχθεί η μοναδικότητα της ντόπιας φυλής υπογραμμίζοντας παράλληλα την ανάγκη που υπάρχει για περαιτέρω διερεύνηση, αξιολόγηση και καταγραφή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της και των προοπτικών αξιοποίησής της.
Description: The aim of this postgraduate research is the genetic analysis of the domestic cattle of Cyprus using microsatellites. Specifically, 18 genetic loci were investigated (TGLA227, BM2113, TGLA53, ETH10, SPS115, SPS113, RM067, TGLA126, TGLA122, INRA023, BM1818, CSRM60, MGTG4B, CSSM66, ILST006, ETH3, ETH225 and BM1824) which after being amplified by the method of Polymerase Chain Reaction (PCR) were genotyped on the ABI PRISM 310 Genetic Analyzer to calculate allele sizes per locus, which were determined using an automated genetic analyzer (SeqStudio, Applied Biosystems) and the GeneMapper™ program. Afterwords, a comparison was made of the variability within the breed in order to study its future role in the formation of local ecosystems and biodiversity. Then, was made a comparison between the local breed and the conventional breeds raised on the island to see how genetically isolated it is. At the same time, other rare indigenous tribes found in the Mediterranean were studied and an attempt was made to clarify the uniqueness of each one of them and to underline the importance of preserving and rescuing them.
Overall, the experiments conducted in this work show that the Cyprus Domestic Bovine shows similar or greater within-population variability compared to the commercially improved Holstein Friesian breed, and shared several alleles between the two breeds were also observed. The protocols developed and the polymorphism of the alleles will be further exploited in studies with sampling from 10% of the population to demonstrate the uniqueness of the local breed while underlining the need for further investigation, evaluation and recording of its special characteristics and perspectives its utilization.2023-05-01T00:00:00ZΑνίχνευση τροφιμογενών παθογόνων σε έτοιμα προς κατανάλωση προϊόντα κρέατοςΜαρτούδη, Μαρίαhttps://hdl.handle.net/20.500.14279/306562024-01-19T06:26:06Z2023-05-01T00:00:00ZTitle: Ανίχνευση τροφιμογενών παθογόνων σε έτοιμα προς κατανάλωση προϊόντα κρέατος
Authors: Μαρτούδη, Μαρία
Abstract: Μια ισορροπημένη διατροφή περιέχει απαραίτητα το κρέας ως συστατικό, αφού τείνει να είναι πηγή θρεπτικών συστατικών απαραίτητων για την ανάπτυξη του ανθρώπου. Γι’ αυτό και η βιομηχανία παραγωγής τροφίμων καλείται να παραδίδει προϊόντα κρέατος ελεύθερα από οποιοδήποτε κίνδυνο που μπορεί να επηρεάσει την υγεία του καταναλωτή (δημόσια υγεία). Για την διασφάλιση των προϊόντων κρέατος είναι αναγκαίο να διενεργούνται οι απαραίτητοι προληπτικοί έλεγχοι και ενέργειες που θα εξασφαλίσουν την ασφάλεια τροφίμων και ποιότητα.
Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί είναι η μεγαλύτερη απειλή για τη βιομηχανία τροφίμων, αφού μπορεί να προκαλέσουν τεράστιες απώλειες στην παραγωγή με πολύ μεγάλο κόστος όμως, το κυριότερο είναι οι συνέπειες που μπορεί να επιφέρουν στον άνθρωπο, ανάλογα με το παθογόνο μικροοργανισμό, όπου μπορεί να είναι μια τροφική λοίμωξη και δηλητηρίασή έως το θάνατο.
Όλα τα δείγματα που συλλέχθηκαν ήταν συνολικά 86 και αναλύθηκαν για τις μικροβιολογικές παραμέτρους TVC, Salmonella spp., Listeria spp., E. coli, S. aureus. Παράμετροί που λήφθηκαν υπόψη είναι το είδος: χοιρομέρι, λούντζα, χαμ, χαμ γαλοπούλας, παραδοσιακά λουκάνικα) και αν τα προϊόντα ήταν προ συσκευασμένα ή κοπής. Κάθε πειραματικός κύκλος διαρκούσε μια εβδομάδα. Όλα τα δείγματα που ήταν ύποπτα για Listeria spp. & Salmonella spp. υποβλήθηκαν σε μοριακή ταυτοποίηση και οροθέτηση.
Τα αποτελέσματα έδειξαν 2 θετικά δείγματα από παραδοσιακά λουκάνικα για Salmonella spp. και E.coli, 1 δείγμα από χοιρομέρι & 1 δείγμα από χαμ γαλοπούλας για Listeria spp. Κανένα δείγμα δεν βρέθηκε μολυσμένο από S.aureus. Πάνω από τα όρια βρέθηκαν δείγματα για την ολική μικροβιακή χλωρίδα και για τα LAB. Τέλος, ελάχιστη ήταν η διαφορά ανάμεσα στα προϊόντα που ήταν προ συσκευασμένα σε σχέση με τα προϊόντα κοπής.
Description: A balanced diet necessarily contains meat as an ingredient, since it tends to be a source of nutrients necessary for human development. That is why the food production industry is required to deliver meat products free from any risk that may affect the health of the consumer (public health). In order to ensure meat products, it is necessary to carry out the necessary preventive controls and actions that will ensure food safety and quality.
Pathogenic microorganisms are the biggest threat to the food industry, since they can cause huge losses in production at a very high cost, however, the main thing is the consequences they can bring to humans, depending on the pathogenic microorganism, where it can be a food infection and poisoning to death.
All samples collected in total were 86 and were analysed for the microbiological parameters TVC, Salmonella spp., Listeria spp., E. coli, S. aureus. Parameters that were taken into account are the type: ham, lountza, ham, turkey ham, traditional sausages) and whether the products were pre-packed or cut. Each experimental cycle lasted one week. All samples suspected of Listeria spp. & Salmonella spp. were subjected to molecular identification and delineation.
The results showed 2 positive samples from traditional sausages for Salmonella spp. and E.coli, 1 sample from pork & 1 sample from turkey ham for Listeria spp. No sample was found to be contaminated with S.aureus. Samples for total microbial flora and LAB were found above the limits. Finally, there was little difference between the products that were pre-packed compared to cold cut products.2023-05-01T00:00:00ZΑξιολόγηση της εφαρμογής του ACC στην απόκριση φυτών Arabidopsis έναντι του μύκητα Verticillium dahliaeΚομνηνάκη, Κρυσταλλίαhttps://hdl.handle.net/20.500.14279/306552024-01-19T07:08:06Z2023-05-01T00:00:00ZTitle: Αξιολόγηση της εφαρμογής του ACC στην απόκριση φυτών Arabidopsis έναντι του μύκητα Verticillium dahliae
Authors: Κομνηνάκη, Κρυσταλλία
Abstract: Ο μύκητας Verticillium dahliae είναι ένα εδαφογενές παθογόνο που προκαλεί αδρομύκωση σε μεγάλο αριθμό φυτικών ειδών. Το εύρος των ξενιστών του ξεπερνάει τα 200 είδη παγκοσμίως και σε αυτό συγκαταλέγονται καλλιέργειες υψηλού οικονομικού ενδιαφέροντος όπως τομάτα, πιπεριά, αγκινάρα, μελιτζάνα, ελιά, φράουλα, ηλίανθος, βαμβάκι και ξυλώδη πολυετή φυτά. Τα φυτά που προσβάλλονται από το παθογόνο παρουσιάζουν χαρακτηριστικά συμπτώματα που περιλαμβάνουν μαράνσεις, χλωρώσεις στα φύλλα, μεταχρωματισμό του ξυλώματος, πρώιμη γήρανση, μειωμένη απόδοση παραγωγής και νέκρωση. Το παθογόνο σχηματίζει εξειδικευμένες κατασκευές, τα μικροσκληρώτια, που του επιτρέπουν να επιβιώνει στο έδαφος για μεγάλα χρονικά διαστήματα απουσία ευπαθούς ξενιστή. Οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση του βασίζονται κυρίως σε προληπτικά μέτρα και δεν υπάρχουν αποτελεσματικά φυτοπροστατευτικά σκευάσματα για την αντιμετώπιση του μετά την προσβολή και την εγκατάσταση του στους αγγειακούς ιστούς των φυτών. Ως εκ τούτου η εξεύρεση εναλλακτικών μεθόδων για την αντιμετώπιση του έχει ιδιαίτερη σημασία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η μελέτη των αμυντικών μηχανισμών των φυτών και η κατανόηση τους, μπορεί να προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την αξιοποίηση τους για την ανάπτυξη μεθόδων αντιμετώπισης των φυτοπαθογόνων που να είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο.
Description: Verticillium dahliae is a soil-borne pathogen that causes vascular wilt in a wide range of plant species. Its host range exceeds 200 species worldwide, including economically important crops such as tomato, pepper, artichoke, eggplant, olive, strawberry, sunflower, cotton, and woody perennial plants. Plants affected by the pathogen exhibit characteristic symptoms, including wilting, leaf chlorosis, discoloration of the wood, premature aging, reduced yield, and necrosis. The pathogen forms specialized structures called microsclerotia, which allow it to survive in the soil for extended periods without a susceptible host. The management of Verticillium dahliae primarily relies on preventive strategies due to the lack of effective pesticides for controlling the pathogen once the plants are infected and the pathogen is established in the plant's vascular tissues. As a result, there is a pressing need to identify alternative methods for effectively managing this pathogen. Within this framework, the study of plant defense mechanisms and their understanding can provide valuable insights for harnessing them in the development of environmentally and human-friendly methods to combat plant pathogens. Salicylic acid (SA), jasmonic acid (JA), and ethylene (ET) are three important plant hormones that play a central role in plant defense against pathogenic microorganisms.2023-05-01T00:00:00Z